9/23/2024

Understanding the Rise of Far-Right Solutions in America: The Trump Era Explained

Donald Trump’s presidency was a turning point for American politics, leading to a significant rise in far-right ideas. To understand how this happened, we need to look at a few key factors that shaped his time in office and changed the political landscape.

1. Discontent with Traditional Politics

Before Trump, many Americans felt frustrated with politicians who seemed out of touch with their daily lives. They were tired of the same old political promises that never seemed to deliver real change. Trump capitalized on this feeling, presenting himself as a successful businessman who could shake things up in Washington. He promised to "drain the swamp" and bring a fresh perspective, appealing to those who felt ignored by established leaders.

2. The Impact of Social Media

Trump’s use of social media, especially Twitter, was revolutionary. He bypassed traditional media channels, speaking directly to his supporters. This allowed him to share his views quickly and connect with millions. However, it also enabled the spread of misinformation and extremist ideas. For many, Trump’s tweets became a rallying point, reinforcing far-right beliefs and mobilizing a passionate base.

3. Key Political Events

Several events during Trump’s presidency played a crucial role in the rise of far-right solutions:

  • Charlottesville Rally (2017): A violent clash between white supremacists and counter-protesters brought issues of race and extremism to the forefront. Trump’s controversial response—saying there were “very fine people on both sides”—led many to believe he was legitimizing far-right groups.

  • Immigration Policies: Trump’s hardline stance on immigration, including the infamous “Muslim ban” and the separation of families at the border, energized his supporters but also fueled anger and division across the country. These policies resonated with those who felt threatened by demographic changes.

  • COVID-19 Pandemic: The pandemic created fear and uncertainty. In response, conspiracy theories emerged, some aligning with far-right ideologies. Trump's downplaying of the virus and promotion of unproven treatments further divided the nation, with many adopting extreme viewpoints about health and safety.

4. The Aftermath: Insurrection and Continued Polarization

The culmination of these events was evident during the January 6, 2021, Capitol riot. Supporters of Trump stormed the Capitol, believing the 2020 election was stolen. This event shocked the nation and demonstrated the lengths to which far-right supporters would go to assert their beliefs.

Since then, the Republican Party has shifted further right, with many candidates adopting Trump’s rhetoric and policies. This transformation has pushed mainstream discussions toward more extreme positions, making far-right solutions more acceptable in everyday politics.

Conclusion

Understanding the rise of far-right solutions in America during Trump’s presidency requires examining the political landscape, social media influence, and key events that shaped public sentiment. As the nation grapples with these changes, it’s clear that the impacts of Trump’s time in office will be felt for years to come. Recognizing this context helps us navigate the complexities of contemporary American politics, making it easier for everyone to engage in these important discussions.

Η Πορεία του ΠΑΣΟΚ: Σκάνδαλα, Καταδίκες και Πολιτική Κρίση

 Το ΠΑΣΟΚ, ιδρυμένο το 1974 από τον Ανδρέα Παπανδρέου, αρχικά εξέφρασε ελπίδες για κοινωνική δικαιοσύνη και εκσυγχρονισμό. Ωστόσο, η πορεία του είναι γεμάτη σκανδάλων και καταδίκες που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στην εικόνα του κόμματος.

Από την υπόθεση ΚΕΠΥ, που αποκάλυψε τις υπερκοστολογήσεις και την αδιαφάνεια στις προμήθειες, μέχρι το σκάνδαλο Κωσκότα, που συνδύασε πολιτική και διαφθορά σε ένα εκρηκτικό μείγμα, το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα. Οι καταγγελίες για τις σχέσεις πολιτικών με τον Κωσκότα προκάλεσαν αλυσιδωτές αντιδράσεις και απογοήτευση στους ψηφοφόρους.

Στο πλαίσιο των εξοπλιστικών προγραμμάτων της δεκαετίας του '90, οι καταγγελίες για διαπλοκή και χρηματισμούς ενίσχυσαν την καχυποψία. Ταυτόχρονα, η οικονομική κρίση του 2010 και η υπερχρέωση της χώρας έφεραν στο προσκήνιο τις ευθύνες του ΠΑΣΟΚ. Ο κόσμος, αγανακτισμένος από τις μνημονιακές πολιτικές και τις πολιτικές λιτότητας, στράφηκε σε άλλες επιλογές, οδηγώντας το κόμμα σε ιστορικά χαμηλά ποσοστά.

Σήμερα, η εικόνα του ΠΑΣΟΚ είναι μακριά από το θριαμβευτικό παρελθόν του. Οι εσωκομματικές εκλογές αναδεικνύουν μια αναταραχή και αβεβαιότητα, με υποψηφίους που προσπαθούν να αναβιώσουν ένα κόμμα που φαίνεται να έχει χάσει τον προσανατολισμό του. Τα ποσοστά του, που αγγίζουν μόλις το 7-8%, είναι το αποτέλεσμα της απογοήτευσης του κόσμου, που πλέον αμφισβητεί την ικανότητα του ΠΑΣΟΚ να προσφέρει λύσεις σε ένα περιβάλλον που απαιτεί επαναστατικές αλλαγές.

Η στήριξη του κόμματος από τη βάση του κλονίζεται, και η ιστορία των σκανδάλων και των πολιτικών ευθυνών αποτελεί συνεχώς μια υπενθύμιση για την ανάγκη για διαφάνεια και ηθική στην πολιτική. Αν το ΠΑΣΟΚ δεν αναγνωρίσει τις ευθύνες του και δεν προχωρήσει σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, θα συνεχίσει να βρίσκεται στην πολιτική σκιά, αναζητώντας την ταυτότητά του σε έναν κόσμο που έχει αλλάξει ριζικά.

Η Εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ: Μια Κωμωδία Χωρίς Γέλιο

 Αν νομίζατε ότι η εκλογή προεδρού στο ΣΥΡΙΖΑ είναι το πιο σημαντικό γεγονός από καταβολής ελληνικού κράτους, τότε μάλλον ζείτε σε παράλληλο σύμπαν. Τα ΜΜΕ μας έχουν ζαλίσει με αναλύσεις, σενάρια και ψεύτικες αγωνίες, λες και πρόκειται για τη σκληρή μάχη των Σπαρτιατών κατά των Περσών! Ειλικρινά, αν ήταν τόσο σημαντική, θα έπρεπε να βάλουμε και popcorn.

Το κόμμα αυτό, που μας έχει αφήσει με την αίσθηση ότι τελικά αυτό που φέραμε δεν είναι μνημόνιο, προσπαθεί να μας πείσει ότι είναι έτοιμο να αναλάβει ξανά τα ηνία. Με τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις και τις δημόσιες ρήξεις να κλέβουν την παράσταση, η εικόνα είναι περισσότερο από απογοητευτική. Η επιστροφή του στο 4% ή και στο 0% μοιάζει πια σαν μια καλή ιδέα, καθώς κανείς δεν θέλει να ασχολείται με ένα κόμμα που φαίνεται να έχει ξεχάσει την πολιτική του κατεύθυνση.

Και πώς να ξεχάσουμε το τραγελαφικό δημοψήφισμα του 2015, όπου το "όχι" έγινε "ναι" και μας άφησε με τη γεύση της απογοήτευσης; Σαν να πήγαμε σε ένα πανηγύρι και να καταλήξαμε να πληρώνουμε και τον λογαριασμό! Η καταδίκη του Παππά από το δικαστήριο ήρθε να προσθέσει άλλη μια δόση κωμωδίας σε αυτή την πολιτική παράσταση.

Αυτή τη στιγμή, καθώς οι υποψήφιοι μαζεύουν δυνάμεις και οι κατηγορίες πέφτουν βροχή, η κατάσταση θυμίζει περισσότερο θρίλερ παρά πολιτική διαδικασία. Όλοι προσπαθούν να υπερασπιστούν τη θέση τους, ενώ οι δημόσιες αντιπαραθέσεις έχουν μετατραπεί σε ένα αληθινό ροντέο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι αλληλοκατηγορίες και οι εσωτερικές συγκρούσεις έχουν μετατρέψει την εκλογική διαδικασία σε ένα πολιτικό σόου, που είναι δύσκολο να παρακολουθήσουμε σοβαρά.

Και όσο για τις αναλύσεις των δημοσιογράφων, αυτές θυμίζουν περισσότερο ρεπορτάζ για το ποιοι θα περάσουν στον τελικό ενός τηλεοπτ

Καθαροί Μισθοί στην Ελλάδα: Ιστορική Προσέγγιση 1990-2024

 Οι καθαροί μισθοί στην Ελλάδα παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις από το 1990 έως το 2024, καθώς η χώρα πέρασε από την εποχή της δραχμής στο ευρώ, και βίωσε την οικονομική κρίση και τη λιτότητα. Στο άρθρο αυτό θα εξετάσουμε πώς διαμορφώθηκαν τα ποσά που τελικά λάμβανε ο εργαζόμενος.

Καθαροί Μισθοί στην Εποχή της Δραχμής (1990-2001)

Στη δεκαετία του 1990, οι εργαζόμενοι λάμβαναν καθαρούς μισθούς μετά τις κρατήσεις για κοινωνική ασφάλιση, οι οποίες ήταν περίπου στο 16%. Ακολουθούν παραδείγματα για τον καθαρό βασικό και μέσο μισθό εκείνης της περιόδου.

  • 1990:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 35.000 δραχμές (περίπου 102 ευρώ μικτά, 86 ευρώ καθαρά)
    • Μέσος καθαρός μισθός: 90.000 δραχμές (περίπου 264 ευρώ μικτά, 222 ευρώ καθαρά)
  • 1995:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 45.000 δραχμές (περίπου 132 ευρώ μικτά, 111 ευρώ καθαρά)
    • Μέσος καθαρός μισθός: 105.000 δραχμές (περίπου 308 ευρώ μικτά, 259 ευρώ καθαρά)
  • 1999:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 53.000 δραχμές (περίπου 156 ευρώ μικτά, 131 ευρώ καθαρά)
    • Μέσος καθαρός μισθός: 125.000 δραχμές (περίπου 367 ευρώ μικτά, 308 ευρώ καθαρά)

Η υψηλή φορολόγηση και οι κρατήσεις για την κοινωνική ασφάλιση μείωναν τις αποδοχές που τελικά λάμβαναν οι εργαζόμενοι, ενώ ο πληθωρισμός επηρέαζε περαιτέρω την αγοραστική δύναμη.

Καθαροί Μισθοί Μετά την Εισαγωγή του Ευρώ και την Κρίση (2002-2015)

Με την εισαγωγή του ευρώ το 2002, οι καθαροί μισθοί αυξήθηκαν. Όμως, με την οικονομική κρίση και τα μέτρα λιτότητας, οι καθαρές αποδοχές μειώθηκαν δραστικά.

  • 2002:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 336 ευρώ (μετά από κρατήσεις)
    • Μέσος καθαρός μισθός: 672 ευρώ
  • 2008:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 504 ευρώ
    • Μέσος καθαρός μισθός: 924 ευρώ
  • 2012:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 492 ευρώ
    • Μέσος καθαρός μισθός: 714 ευρώ

Η λιτότητα είχε σημαντικές επιπτώσεις στις αποδοχές των εργαζομένων, και ιδιαίτερα στον καθαρό μισθό, καθώς οι περικοπές επηρέασαν τον βασικό μισθό και συνολικά τις αποδοχές.

Ανάκαμψη και Σημερινή Κατάσταση (2016-2024)

Από το 2016 και μετά, οι καθαροί μισθοί άρχισαν να αυξάνονται και πάλι καθώς η ελληνική οικονομία σταθεροποιήθηκε. Ωστόσο, οι αυξημένες τιμές αγαθών και υπηρεσιών εξακολουθούν να ασκούν πιέσεις στους εργαζόμενους.

  • 2016:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 504 ευρώ
    • Μέσος καθαρός μισθός: 756 ευρώ
  • 2019:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 637 ευρώ
    • Μέσος καθαρός μισθός: 882 ευρώ
  • 2024:
    • Βασικός καθαρός μισθός: 890 ευρώ
    • Μέσος καθαρός μισθός: 1.008 ευρώ

Σύγκριση της Αγοραστικής Δύναμης: Καθαροί Μισθοί Τότε και Τώρα

Παρά την αύξηση των ονομαστικών μισθών, οι καθαροί μισθοί που τελικά έφταναν στα χέρια των εργαζομένων περιορίζονταν σημαντικά λόγω των κρατήσεων και της φορολογίας. Στη δεκαετία του 1990, παρότι οι μισθοί ήταν χαμηλότεροι σε απόλυτα ποσά, οι εργαζόμενοι είχαν περισσότερη αγοραστική δύναμη λόγω του χαμηλότερου κόστους ζωής. Σήμερα, παρόλο που οι καθαροί μισθοί είναι υψηλότεροι, το αυξημένο κόστος των βασικών αγαθών περιορίζει την πραγματική αγοραστική δύναμη.

Συμπεράσματα

Η εξέλιξη των καθαρών μισθών στην Ελλάδα από το 1990 έως το 2024 δείχνει τις διακυμάνσεις που προέκυψαν από τις οικονομικές κρίσεις, την εισαγωγή του ευρώ, και τα μέτρα λιτότητας. Παρά την αύξηση των μισθών σε απόλυτους αριθμούς, η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων έχει μειωθεί σημαντικά, και η οικονομική ανάκαμψη παραμένει μια διαρκής πρόκληση.

Η Εξέλιξη της Αγοραστικής Δύναμης στην Ελλάδα: Από το 1990 έως το 2024

Η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων στην Ελλάδα έχει περάσει από μεγάλες διακυμάνσεις τα τελευταία 30 χρόνια, επηρεαζόμενη από τις αυξομειώσεις στους μισθούς και το κόστος ζωής. Παρά την αύξηση των μισθών, η πραγματική ικανότητα των πολιτών να αγοράζουν αγαθά και υπηρεσίες έχει συρρικνωθεί σε ορισμένες περιόδους, κυρίως λόγω της αύξησης του κόστους ζωής.

Τι Είναι η Αγοραστική Δύναμη;

Η αγοραστική δύναμη αναφέρεται στο πόσα αγαθά και υπηρεσίες μπορεί να αγοράσει ένας εργαζόμενος με το εισόδημά του, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος ζωής. Για να την καταλάβουμε, χρησιμοποιούμε τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (CPI), ο οποίος μετρά πόσο έχουν αυξηθεί οι τιμές των βασικών αγαθών και υπηρεσιών με την πάροδο του χρόνου.

Αν οι μισθοί αυξάνονται αλλά οι τιμές των αγαθών αυξάνονται ακόμα περισσότερο, τότε η αγοραστική δύναμη μειώνεται, δηλαδή με τα ίδια χρήματα μπορείς να αγοράσεις λιγότερα πράγματα. Αντίθετα, αν οι τιμές παραμένουν σταθερές αλλά οι μισθοί αυξάνονται, τότε η αγοραστική δύναμη αυξάνεται.

Η Κατάσταση το 1990

Το 1990, οι καθαροί μισθοί στην Ελλάδα ήταν αρκετά χαμηλοί σε σχέση με σήμερα. Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος μπορούσε να λαμβάνει καθαρά περίπου 86 ευρώ το μήνα. Παρά αυτό, οι τιμές τότε ήταν επίσης χαμηλότερες, με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή να βρίσκεται περίπου στο 28.2. Αυτό σημαίνει ότι με έναν σχετικά μικρό μισθό μπορούσες να αγοράσεις αρκετά αγαθά, γιατί οι τιμές ήταν χαμηλές. Η αγοραστική δύναμη ήταν σε αρκετά καλό επίπεδο, γιατί παρόλο που οι μισθοί ήταν χαμηλοί, οι τιμές των προϊόντων ήταν προσιτές.

Το 1999: Αύξηση Μισθών αλλά και Τιμών

Μέχρι το 1999, οι μισθοί είχαν αυξηθεί, με έναν μέσο καθαρό μισθό να φτάνει τα 131 ευρώ το μήνα. Όμως, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή είχε αυξηθεί σε 60.0, δηλαδή οι τιμές των αγαθών είχαν διπλασιαστεί σε σχέση με το 1990. Αυτό σήμαινε ότι, παρόλο που οι εργαζόμενοι έπαιρναν υψηλότερους μισθούς, η αγοραστική τους δύναμη είχε μειωθεί λίγο, καθώς οι τιμές των αγαθών είχαν αυξηθεί πιο γρήγορα από τους μισθούς.

Το 2008: Κορύφωση της Αγοραστικής Δύναμης

Το 2008, λίγο πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση, η κατάσταση φαινόταν αρκετά καλή. Ο καθαρός μισθός είχε φτάσει τα 504 ευρώ, ενώ ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή ήταν 100, που σημαίνει ότι οι τιμές των αγαθών είχαν σταθεροποιηθεί. Η αγοραστική δύναμη ήταν σε πολύ καλό επίπεδο, καθώς οι μισθοί ήταν αρκετά υψηλοί και οι τιμές δεν είχαν ξεφύγει. Οι εργαζόμενοι μπορούσαν να αγοράσουν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία.

Το 2012: Η Κατάρρευση της Αγοραστικής Δύναμης

Με την οικονομική κρίση να πλήττει τη χώρα, οι μισθοί μειώθηκαν δραστικά, και ο καθαρός μισθός έπεσε στα 492 ευρώ. Την ίδια στιγμή, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή ανέβηκε στο 115.0, πράγμα που σημαίνει ότι οι τιμές των αγαθών και υπηρεσιών είχαν αυξηθεί σημαντικά. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίστηκε από μείωση της αγοραστικής δύναμης, καθώς οι εργαζόμενοι έπαιρναν λιγότερα χρήματα, ενώ τα αγαθά ήταν ακριβότερα.

Το 2024: Ανάκαμψη, αλλά με Προκλήσεις

Μέχρι το 2024, οι μισθοί έχουν ανακάμψει, και ο καθαρός μισθός αναμένεται να φτάσει τα 890 ευρώ. Παρόλα αυτά, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή θα έχει ανέβει στο 135.0, που σημαίνει ότι οι τιμές των αγαθών και υπηρεσιών θα είναι υψηλότερες από ποτέ. Η αγοραστική δύναμη παραμένει περιορισμένη, καθώς οι μισθοί δεν αυξάνονται με τον ίδιο ρυθμό που αυξάνονται οι τιμές.

Συμπέρασμα: Τότε και Τώρα

Η εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης δείχνει ότι, παρόλο που οι μισθοί έχουν αυξηθεί ονομαστικά από το 1990 έως το 2024, οι τιμές των αγαθών και υπηρεσιών έχουν αυξηθεί ακόμα περισσότερο. Το 1990, με έναν χαμηλό μισθό μπορούσες να αγοράσεις αρκετά αγαθά, ενώ το 2024, παρά τον υψηλότερο μισθό, το κόστος ζωής περιορίζει την πραγματική αγοραστική δύναμη.

Η βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων απαιτεί όχι μόνο αυξήσεις στους μισθούς, αλλά και έλεγχο των τιμών, ώστε οι πολίτες να μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες με το εισόδημά τους.

Η Περίοδος της Δραχμής (Πριν το 2002)

Για τους μισθωτούς κατά την περίοδο της δραχμής, υπήρχε μεγαλύτερη ευελιξία στην προσαρμογή της οικονομίας, αλλά οι συνθήκες ήταν πιο ασταθείς. Οι μισθοί ήταν χαμηλότεροι σε σχέση με το ευρώ, αλλά το κόστος ζωής ήταν επίσης χαμηλότερο. Οι εργαζόμενοι μπορούσαν να καλύψουν τις καθημερινές τους ανάγκες, καθώς η αγοραστική δύναμη παρέμενε σε καλό επίπεδο.

Ωστόσο, ο πληθωρισμός ήταν υψηλός, και οι αυξήσεις στις τιμές αγαθών και υπηρεσιών ήταν συχνές, γεγονός που μείωνε την αγοραστική δύναμη με την πάροδο του χρόνου. Αν και οι μισθοί αυξάνονταν με τη δραχμή, αυτό συχνά δεν ήταν αρκετό για να καλύψει την αύξηση του πληθωρισμού.

Πλεονεκτήματα για τον Μισθωτό:

  • Χαμηλότερο κόστος ζωής: Οι τιμές των αγαθών και υπηρεσιών ήταν πιο προσιτές.
  • Αυξήσεις μισθών: Οι μισθοί αυξάνονταν σταδιακά, δίνοντας την εντύπωση βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου.

Μειονεκτήματα:

  • Υψηλός πληθωρισμός: Η σταδιακή αύξηση των τιμών έτρωγε την αγοραστική δύναμη.
  • Οικονομική αστάθεια: Οι μισθωτοί αντιμετώπιζαν διακυμάνσεις στο κόστος ζωής, και το εισόδημα δεν παρείχε σταθερή αγοραστική δύναμη.

2. Η Περίοδος του Ευρώ (Μετά το 2002)

Η εισαγωγή του ευρώ το 2002 έφερε αρχικά μια αίσθηση οικονομικής σταθερότητας. Οι μισθοί αυξήθηκαν σε ονομαστικά ποσά, και το κόστος ζωής ήταν σχετικά χαμηλό κατά τα πρώτα χρόνια. Οι μισθωτοί επωφελήθηκαν από τη σταθερότητα του νομίσματος και την ευκολότερη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Ωστόσο, μετά το 2008, η οικονομική κρίση και τα μέτρα λιτότητας περιόρισαν δραματικά τις αποδοχές και την αγοραστική δύναμη των μισθωτών.

Πλεονεκτήματα για τον Μισθωτό:

  • Σταθερότητα: Οι τιμές ήταν πιο σταθερές σε σύγκριση με τη δραχμή, τουλάχιστον πριν την κρίση.
  • Αυξημένοι μισθοί: Οι μισθοί σε ευρώ ήταν σημαντικά υψηλότεροι, προσφέροντας μια αίσθηση οικονομικής προόδου.

Μειονεκτήματα:

  • Απώλεια αγοραστικής δύναμης κατά την κρίση: Η οικονομική κρίση και τα μέτρα λιτότητας οδήγησαν σε μείωση μισθών, υψηλότερη φορολογία και αυξημένο κόστος ζωής, πλήττοντας την καθημερινότητα των μισθωτών.
  • Αδυναμία ευελιξίας: Οι μισθωτοί δεν μπορούσαν να επωφεληθούν από τη νομισματική υποτίμηση σε περιόδους κρίσης, καθώς η Ελλάδα δεν είχε τον έλεγχο του νομίσματος.

Τι Ήταν Καλύτερο για τον Απλό Μισθωτό;

Αν εξετάσουμε την περίοδο πριν το 2008, η μετάβαση στο ευρώ φάνηκε να έχει θετική επίδραση στους μισθωτούς, με υψηλότερους μισθούς και σταθερό κόστος ζωής. Ωστόσο, η κρίση μετά το 2008 άλλαξε την κατάσταση δραματικά. Οι μισθωτοί αντιμετώπισαν μεγάλες περικοπές μισθών, αύξηση του κόστους ζωής και απώλεια κοινωνικών παροχών, κάτι που τους έπληξε ιδιαίτερα.

  • Με τη δραχμή, οι μισθωτοί είχαν χαμηλότερους μισθούς αλλά και χαμηλότερο κόστος ζωής. Η ευελιξία του νομίσματος παρείχε τη δυνατότητα προσαρμογής στις οικονομικές ανάγκες, αλλά υπήρχε μεγαλύτερη οικονομική αστάθεια και υψηλός πληθωρισμός.
  • Με το ευρώ, οι μισθωτοί απόλαυσαν υψηλότερους μισθούς και σταθερότητα στα πρώτα χρόνια, αλλά η οικονομική κρίση αποκάλυψε τις αδυναμίες του ενιαίου νομίσματος σε περιόδους κρίσης, ιδιαίτερα για χώρες με αδύναμες οικονομίες όπως η Ελλάδα.

Συμπερασματικά, για τον απλό μισθωτό, η περίοδος με τη δραχμή προσέφερε περισσότερη ευελιξία και προστασία από τις μεγάλες οικ